λαμπαδηδρομία

From LSJ
Revision as of 15:10, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="bibl">11</span>" to "''ΙΙ''")

ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λαμπᾰδηδρομία Medium diacritics: λαμπαδηδρομία Low diacritics: λαμπαδηδρομία Capitals: ΛΑΜΠΑΔΗΔΡΟΜΙΑ
Transliteration A: lampadēdromía Transliteration B: lampadēdromia Transliteration C: lampadidromia Beta Code: lampadhdromi/a

English (LSJ)

ἡ,    A torch-race, Sch.Ar.Ra.131 (pl.); cf. λαμπάς (A) ΙΙ.

German (Pape)

[Seite 11] ἡ, der Fackellauf, ein Wettrennen mit Fackeln, welche an den Schildern der Wettläufer auf einem Lichtträger angebracht waren, wobei es darauf ankam, am schnellsten zu laufen u. zugleich die Fackeln brennend zu erhalten; in Athen wurden solche an den Festen der Athene u. Artemis, des Hephästus, Pan u. Prometheus gehalten, vgl. Böckh's Staatshaush. I p. 496; Schol. Ar. Ran. 131.

Greek (Liddell-Scott)

λαμπᾰδηδρομία: ἡ, Ἀθηναϊκὴ τελετὴ κατὰ τὰς ἑορτὰς τῶν θεῶν τοῦ πυρός, Προμηθέως, Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς, καθ’ ἣν οἱ λαμβάνοντες μέρος εἰς τὸν ἀγῶνα ἔφερον ἀνημμένας λαμπάδας ὑπὸ ἀσπίδων προφυλαττομένας ἀπὸ τοῦ κοινοῦ βωμοῦ τῶν θεοτήτων τούτων ἐν τῷ ἔξω Κεραμεικῷ μέχρι τῆς Ἀκροπόλεως, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 131· μετὰ τὸν Περσικὸν πόλεμον ὁ Πὰν ἐτιμᾶτο διὰ τοιαύτης τελετῆς, Ἡρόδ. 6. 105· μετέπειτα δὲ καὶ ἡ Ἄρτεμις, ὅτε καὶ ἵπποι κατὰ πρῶτον ἐτέθησαν εἰς χρῆσιν, Πλάτ. Πολ. 328Α· - ὁ ἀγὼν οὗτος ἐκαλεῖτο πολλάκις καὶ ἁπλῶς λαμπὰς (ἴδε σημασ. ΙΙ). - Πρβλ. Λεξ. Ἀρχαιοτ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
course aux flambeaux.
Étymologie: λαμπάς, δρόμος.

Greek Monolingual

και λαμπαδοδρομία, η (AM λαμπαδηδρομία και λαμπαδοδρομία)
αγώνισμα δρόμου, ιδίως στην Αθήνα, το οποίο γινόταν προς τιμήν τών θεών του πυρός και στο οποίο μετείχαν πεζοί ή ιππείς με αναμμένους δαυλούς
νεοελλ.
λαμπαδηφορία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπαδηδρόμος ή λαμπαδοδρόμος].

Greek Monotonic

λαμπᾰδηδρομία: ἡ (δρόμος), Αθηναϊκή τελετή που πραγματοποιούνταν κατά τον εορτασμό των θεών της φωτιάς, Προμηθέα, Ηφαίστου και Αθηνάς, κατά τη διάρκεια της οποίας οι δρομείς κρατούσαν αναμμένους πυρσούς από τον κοινό βωμό των θεοτήτων αυτών και διένυαν την απόσταση από τον έξω Κεραμεικό μέχρι την Ακρόπολη· μετά τον Περσικό πόλεμο ο Παν τιμόταν με παρόμοια τελετή, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

λαμπᾰδηδρομία: ἡ лампадодромия (факельный пробег в честь Гефеста, Афины, Прометея, впосл. тж. в честь Пана и Артемиды) Her., Plat.

Middle Liddell

λαμπᾰδη-δρομία, ἡ, δρόμος
the torch-race, an Athenian ceremony at the festivals of the fire-gods Prometheus, Hephaestus, and Athena, in which the runners carried lighted torches, from the joint altar of these gods in the outer Cerameicus to the Acropolis; after the Persian war Pan received a like honour, Hdt.