ναρδόσταχυς

From LSJ
Revision as of 20:20, 18 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst

Menander, Monostichoi, 348
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναρδόστᾰχυς Medium diacritics: ναρδόσταχυς Low diacritics: ναρδόσταχυς Capitals: ΝΑΡΔΟΣΤΑΧΥΣ
Transliteration A: nardóstachys Transliteration B: nardostachys Transliteration C: nardostachys Beta Code: nardo/staxus

English (LSJ)

υος, ὁ, = νάρδος (nard), Dsc. 2.16, Gal. 6.339.

German (Pape)

[Seite 229] υος, ἡ, die ährenförmige Blüthe der Narde; Schol. Nic. Ther. 605; Galen.

Greek (Liddell-Scott)

ναρδόσταχυς: -υος, ὁ, ἴδε νάρδος.

Greek Monolingual

ο (ΑΜ ναρδόσταχυς)
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που, σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση, ανήκει στην οικογένεια βαλεριανίδες της τάξης ρουβιώδη και από διάφορα είδη του οποίου λαμβάνονται έλαια που χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα ακόμη στην αρωματοποιία και στη φαρμακευτική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νάρδος «είδος αρωματικού φυτού» + στάχυς (πρβλ. και λατ. nardostachys)].