ταλαντιείος
From LSJ
τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.
Greek Monolingual
-εία, -ον, Α
ταλαντιαῖος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τάλαντον + κατάλ. -ιεῖος (πρβλ. μην-ιεῖος)].