ἑνοειδής

From LSJ
Revision as of 15:45, 22 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(op\.) ([\p{Greek}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")

μήτε ἐγρηγορόσιν μήτε εὕδουσι κύρτοις ἀργὸν θήραν διαπονουμένοις → weels that secure a lazy angling for men whether asleep or awake

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑνοειδής Medium diacritics: ἑνοειδής Low diacritics: ενοειδής Capitals: ΕΝΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: henoeidḗs Transliteration B: henoeidēs Transliteration C: enoeidis Beta Code: e(noeidh/s

English (LSJ)

ές,
A single, simple, φωνή Nicom.Harm.12.
II resembling, having the form of unity, Plot.6.9.5, Jul.Or.4.139b, al., Procl.in Prm.p.540 S., etc.; opp. πληθοειδής, Dam.Pr.45: Comp., ib.38, Procl.Inst.62: Sup., Id.in R.1.177. Adv. ἑνοειδῶς Jul.Or.4.143b, Nicom.Ar.1.6, Iamb.Myst. 1.3, Dam.Pr.237.

German (Pape)

[Seite 849] ές, einfach, Iambl. u. a. Sp., auch im adv. ἑνοειδῶς.

Greek (Liddell-Scott)

ἑνοειδής: -ές, ἑνιαῖος, μοναδικός, ἁπλοῦς, Διον. Ἀρεοπ. 154Β. - Ἐπίρρ. ἑνοειδῶς Ἰαμβλ. Μυστ. 1. 18.

Spanish (DGE)

-ές
I 1fil. cuya esencia es la unidad, esencialmente uno ἄσχιστον ... καὶ ἑ. τὸ ἴσον Speus.28.46, op. ‘múltiple’ τὸ μὲν κατὰ τὸ ἐν αὐτῇ (ψυχῇ) ἑ., τὸ δὲ κατὰ τὸ πληθυόμενον Xenocrates 189, cf. Iul.Or.8.166c
que tiene como forma la unidad πᾶσα ἡ σειρὰ τῶν θεῶν ἑ. Procl.Inst.119, op. πληθοειδής Dam.Pr.45, δυνάμεις Dion.Ar.CH 15.8
ἑνοειδεῖς· ἑνὶ θεῷ ὅμοιοι Hsch.
2 mús. unificado, al unísono ὥστε ἑνοειδῆ τὴν ἐξ αὐτῶν φωνὴν γενέσθαι καὶ οἷον μίαν Nicom.Harm.12.
II adv. ἑνοειδῶς unitariamente, manteniendo la unidad τὰ πρώτιστα εἴδη ... διηρμοσμένα ἀλλήλοις ἀχωρίστως καὶ ἑνοειδῶς Nicom.Ar.1.6, cf. Theol.Ar.42, (θεοὶ) πληθυνόμενοι μὲν ... περὶ αὐτὸν δὲ ἑ. ὄντες Iul.Or.11.143b, ἑ. ἐνεργεῖ Olymp.in Phd.46.

Greek Monolingual

ἑνοειδής, -ές (AM)
1. ενιαίος, μονοειδής, μοναδικός, απλός
2. αυτός που μοιάζει με κάτι ενιαίο, μοναδικό, με τον θεό («ἑνοειδεῖς
ἑνὶ θεῷ ὅμοιοι», Ησύχ.).
επίρρ...
ἑνοειδῶς
μονοειδώς, μονομόρφως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εις, ενός + -ειδής < είδος].