νομοδείκτης
Τίς, ξένος ὦ ναυηγέ; Λεόντιχος ἐνθάδε νεκρὸν εὗρέ σ᾿ ἐπ᾿ αἰγιαλοῦ, χῶσε δὲ τῷδε τάφῳ, δακρύσας ἐπίκηρον ἑὸν βίον· οὐδὲ γὰρ αὐτὸς ἥσυχος, αἰθυίῃ δ᾿ ἶσα θαλασσοπορεῖ. → Who art thou, shipwrecked stranger? Leontichus found thee here dead on the beach, and buried thee in this tomb, weeping for his own uncertain life; for he also rests not, but travels over the sea like a gull.
English (LSJ)
ου, Dor. -τας, ὁ, one who explains laws, legal adviser, IG5(1).1390.114 (Andania, i B.C.), BSA26.166 (Sparta), IGRom.4.468.19 (Pergam.), Plu.TG9.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
qui explique les lois, jurisconsulte.
Étymologie: νόμος, δείκνυμι.
German (Pape)
ὁ, der die Gesetze zeigt, lehrt, auslegt, Plut. T.Gracch. 9.
Russian (Dvoretsky)
νομοδείκτης: ου ὁ толкователь законов, законовед Plut.
Greek (Liddell-Scott)
νομοδείκτης: -ου, ὁ, ὁ ἑρμηνεύων τοὺς νόμους, Πλουτ. Τ. Γράκχ. 9.
Greek Monolingual
νομοδείκτης, δωρ. τ. νομοδείκτας, ὁ (Α)
ερμηνευτής νόμων, νομικός σύμβουλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νόμος + δείκτης (< δείκνυμι)].
Greek Monotonic
νομοδείκτης: -ου, ὁ, ερμηνευτής νόμων, σε Πλούτ.
Middle Liddell
νομο-δείκτης, ου, ὁ,
one who explains laws, Plut.