σινίον

From LSJ
Revision as of 09:35, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σινίον Medium diacritics: σινίον Low diacritics: σινίον Capitals: ΣΙΝΙΟΝ
Transliteration A: siníon Transliteration B: sinion Transliteration C: sinion Beta Code: si/nion

English (LSJ)

(parox.), τό, late word for sieve, Id. (cf. σεννίον).

German (Pape)

[Seite 883] τό, das Sieb, mit allen seinen Ableitungen ein spätes Wort, von dem schwerlich vor dem N. T. eine Spur vorhanden ist.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
crible.
Étymologie: σίνος.

Greek (Liddell-Scott)

σινίον: τό, λέξις μεταγενεστ. σημαίνουσα κόσκινον· οὕτω σινιαστήριον, τό, Ἡσύχ., σινίατρον, Συντίπας παρὰ τῷ Δουκάγγ.· ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 131.

Greek Monolingual

και σεννίον, τὸ, ΜΑ
το κόσκινο, η κρησάρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Εξαιρετικά αμφίβολη φαίνεται η σύνδεση του τ. με το ρ. σήθω «κοσκινίζω»].

Greek Monotonic

σινίον: τό, κόσκινο (άγν. προέλ.).

Frisk Etymological English

Grammatical information: n.
Meaning: κόσκινον H.
Other forms: = σεννίον PRyl. 139, 9 Ip?
Derivatives: Aor. σινιάσαι to sift, to sieve (Ev. Luc. 22, 31, H., Phot., EM, Suid., gloss.) with σινί-ασμα n. = ῥυπαρία τοῦ σίτου (gloss.), -ατήριον κόσκινον H. Also σείνιος τόπος sieving, winnowing area (pap. IVp) ?
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
Etymology: Isolated. Connection with σήθω, σάω, διαττάω (s. vv.) seems impossible (unless itacistic for *σηνίον with G. Meyer Alban. Stud. 3, 42 f.). -- The variation seems to point to a Pre-Greek word; Furnée 357.

Middle Liddell

σινίον, ου, τό,
a sieve. [deriv. uncertain]

Frisk Etymology German

σινίον: {siníon}
Meaning: κόσκινον H. (= σεννίον PRyl. 139, 9 Ip?).
Derivative: Davon Aor. σινιάσαι sieben, sichten (Ev. Luk. 22, 31, H., Phot., EM, Suid., Gloss.) mit σινίασμα n. = ῥυπαρία τοῦ σίτου (Gloss.), *ατήριον· κόσκινον H. Auch σείνιος τόπος ‘Sieb-, Worfelraum' (Pap. IVp) ?
Etymology: Isoliert. Verbindung mit σήθω, σάω, διαττάω (s. dd.) scheint nicht möglich (wenn nicht itazistisch für *σηνίον mit G. Meyer Alban. Stud. 3, 42 f.).
Page 2,708

Mantoulidis Etymological

τό (=κόσκινο). Ἀμφίβολη ἡ ἐτυμολογία του. Ἴσως εἶναι συγγενικό μέ τά σήθω (=κοσκινίζω), σάω (=κοσκινίζω).
Παράγωγα: σινιάζω (=κοσκινίζω), σινίασμα (=τό ἄχυρο).