διαχειρίζομαι

From LSJ
Revision as of 14:31, 3 June 2024 by Spiros (talk | contribs)

Ἱερὸν ἀληθῶς ἐστιν ἡ συμβουλία → Consilia dare, res prorsus et vere sacra est → Ein Heiligtum ist in der Tat ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 256

English (Strong)

from διά and a derivative of χείρ; to handle thoroughly, i.e. lay violent hands upon: kill, slay.

Russian (Dvoretsky)

умерщвлять, налагать руки

Greek Monolingual

(ΑΝ) και διαχειρίζω (AM) και διαχειρώ (Α)
1. κρατώ στα χέρια μου, μεταχειρίζομαι, διευθύνω
2. επιτροπεύω, επιμελούμαι
(μσν. ενεργ.-αρχ. μέσ.) σκοτώνω.