εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming
[Seite 48] τό, Versammlungsort, Eust.
ἀθροιστήριον: τό, τόπος συναθροίσεως ἐπὶ στρατοῦ, Εὐστ. (;)