περιτέλλομαι
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
English (LSJ)
Pass.,
A go or come round, mostly of Time, ἂψ περιτελλομένου ἔτεος as the year came round, Od.11.295, cf. h.Cer.445; περιτελλομένων ἐνιαυτῶν as years go round, Il.2.551, cf. 8.404; π. ὥραις S.OT156 (lyr.), cf. Ar.Av.696 (anap.); cf. περιπέλομαι. 2 of the sun and stars, rise above the horizon, Alc.39, Arat.215, 232. II Act. in later Poets in signf. 1.1, Orph.Fr.247.25 ; in signf. 1.2, Arat.828.
German (Pape)
[Seite 596] umlaufen u. seinen Kreislauf vollenden, ablaufen; bes. von der Zeit, ἔτεος περιτελλομένου, als das Jahr umlief, während des Umlaufs eines Jahres, Od. 11, 295. 14, 294, u. im plur., περιτελλομένων ἐνιαυτῶν, Il. 2, 551, vgl. 8, 404. 418; so auch Soph. περιτελλομέναις ὥραις, O. R. 156, wie Ar. Av. 696 u. sp. D., bei Plut. Symp. 7, 1, 1, Arat. 693 u. öfter, der so auch 828 das act. hat, vom Aufgehen der Gestirne.
Greek (Liddell-Scott)
περιτέλλομαι: Παθ., ἐπανέρχομαι, ἂψ περιτελλομένου ἔτεος, ἐπανερχομένου, Ὀδ. Λ. 295, Ξ. 294, πρβλ. Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 445· περιτελλομένων ἐνιαυτῶν, περιστρεφομένων, τελούντων τὸν ἑαυτῶν κύκλον, «εἰς τὸ αὐτὸ κατὰ περίοδον περιερχομένων καὶ τελειουμένων» (Σχόλ.), Ἰλ. Β. 551, πρβλ. Θ. 404, 418· οὕτω, π. ὥραις Σοφ. Ο. Τ. 156, Ἀριστοφ. Ὄρν. 696· πρβλ. περιπέλομαι, περιέρχομαι 2) ἀνατέλλω, ἐπὶ τοῦ ἡλίου καὶ τῶν ἀστέρων, Ἀλκαῖ. 40, Ἄρατ. 215. 232. ΙΙ. τὸ ἐνεργ. εἶναι ἐν χρήσει παρὰ τοῖς μεταγεν. ποιηταῖς ἐν τῇ σημασ. Ι, Ὀρφ. ἐν Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 665C· ἐν δὲ τῇ σημασ. 2, Ἄρατ. 828. πρβλ. τέλλω.