πεμπάμερος
From LSJ
Πέτρος Ἰουδαίοις τάδε πρῶτα τεθέσπικε πιστοῖς → Peter has laid down the following first writing for the Jewish faithful
English (LSJ)
[ᾱ], ον,
A = πενθήμερος, Pi.O.5.6(prob.), Inscr.Cypr.134 H.
English (Slater)
πεμπᾱμερος
1 lasting five days ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις (Π, byz.: πεμπταμέροις codd.) (O. 5.6)
English (Slater)
πεμπᾱμερος
1 lasting five days ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις (Π, byz.: πεμπταμέροις codd.) (O. 5.6)