Ἀγαμεμνόνιος

From LSJ
Revision as of 14:28, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (SL_1)

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357

French (Bailly abrégé)

α, ον :
v. Ἀγαμεμνόνειος.

English (Slater)

̆αγᾰμεμνόνιος
   1 of Agamemnon Κασσάνδραν πολιῷ χαλκῷ σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά (P. 11.20)