αγρόπολη

From LSJ

ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself

Source

Greek Monolingual

η (Μ ἀγρόπολις)
νεοελλ.
κοινωνικοοικονομικά σχεδιασμένες αγροτικές πόλεις
μσν.
πόλη στους αγρούς, κωμόπολη.