ᾁδειν ἀμουσότερα Λειβηθρίων → sing worse than Leibethrans, sing worse than the people of Leibethra
ἀμφίδασυς, -εια, -υ (Α)αυτός που είναι από όλες τις πλευρές δασύς, δασύτριχος, πυκνόμαλλος, τριχωτός.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμφι- + δασύς.