Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn
ἀναχάζω (Α) χάζω1. κάνω κάποιον να υποχωρήσει2. μέσ. υποχωρώ, οπισθοχωρώ.