αντιπαράσταση
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
Greek Monolingual
η (AM ἀντιπαράστασις)
η εξέταση μαρτύρων συγχρόνως με άλλους μάρτυρες ή με τον κατηγορούμενο
αρχ.-μσν.
(Ρητορ.) η αποδοχή ενός επιχειρήματος, αλλά με μια ουσιώδη διάκριση, διασάφηση
αρχ.
η έμμεση απάντηση.