βλαττίον

From LSJ

Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeralboth memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)

Source

Spanish

tela de púrpura

Wikipedia EL

Ο όρος βλάττιον όριζε κατά την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το πορφυρό χρώμα, ενώ, στην συνέχεια, το σύνολο του υφάσματος βαμμένου σε μωβ χρώμα, μάλλινου ή, κυρίως, μεταξωτού, η παραγωγή των οποίων αποτελούσε από την εποχή του Ιουστινιανού κρατικό μονοπώλιο. Σταδιακά ο όρος κατέληξε, τον 10ο αιώνα, να ορίζει γενικώς τα μεταξωτά, ανεξαρτήτως του χρωματισμού και της χρήσης τους: απαντάται τόσο σε περιγραφές των παραπετασμάτων του Μεγάλου Παλατιού, όσο και των πέπλων τα οποία κάλυπταν τα εικονίσματα.

Wikipedia FR

Blattion (en grec byzantin βλάττιον / bláttion) désigne dans l'Empire byzantin la couleur pourpre, et par suite toute pièce de tissu teinte en pourpre, de laine ou surtout de soie, dont la fabrication est depuis Justinien un monopole d'État. Par glissement sémantique, le terme vient au xe siècle à désigner les soieries de manière générale, quels que soient leur teinte et leur usage : on le trouve pour décrire aussi bien les tentures du Grand Palais que les voiles couvrant les icônes.