γαμετόφυτο

From LSJ

σωφροσύνης πίστην ἔχειν περί τινος → to be persuaded of one's probity

Source

Greek Monolingual

το
βοτ. φυτικός οργανισμός που προέρχεται από ένα σπόριο και ο οποίος σχηματίζει τους γαμέτες.