δεκάτωσις

From LSJ

Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum

Menander, Monostichoi, 404

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 décima parte Hero Mens.61.13.
2 diezmo ἡ δ. τῷ Κυρίῳ γενικῶς ἐπινενόηται Didym.Trin.1.15.80, cf. Epiph.Const.Haer.16.1.5, Rom.Mel.51.κγʹ.1, 9.

Greek Monolingual

δεκάτωσις, η (AM) δεκατώ
η επιβολή του φόρου της δεκάτης.