ὁ χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick
κηροδομῶ, -έω (Α)
(για τις μέλισσες) οικοδομώ με κερί, κατασκευάζω κηρήθρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κηρός + -δομῶ (< δομώ < δόμος), πρβλ. λιθοδομώ, οικοδομώ].