τὸν ἀπὸ γραμμᾶς κινεῖν λίθον → move one's man from this line, move a piece from this line, try one's last chance, make a last ditch effort
λυσσάγρα, ἡ (Μ)παράφορο πάθος.[ΕΤΥΜΟΛ. < λύσσα + κατάλ. –άγρα (πρβλ. λωλάγρα)].