παντοεπής

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντοεπής Medium diacritics: παντοεπής Low diacritics: παντοεπής Capitals: ΠΑΝΤΟΕΠΗΣ
Transliteration A: pantoepḗs Transliteration B: pantoepēs Transliteration C: pantoepis Beta Code: pantoeph/s

English (LSJ)

παντοεπές, all-chattering, Adam. 2.41.

German (Pape)

[Seite 464] ές, Alles redend, Adamant. physiogn. 2, 27.

Greek (Liddell-Scott)

παντοεπής: -ές, = παντολόγος, Ἀδαμαντ. Φυσιογν. 2. 27.

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που λέει τα πάντα, αυτός που φλυαρεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο)- + -επής (< ἔπος), πρβλ. πολυεπής].