προσθαλασσώνω

From LSJ

Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human

Menander, Monostichoi, 120

Greek Monolingual

Ν
κατεβάζω ομαλά υδροπλάνο ή άλλη πτητική μηχανή στην επιφάνεια της θάλασσας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + θάλασσα + κατάλ. -ώνω].