πρόνεως

From LSJ

τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόνεως Medium diacritics: πρόνεως Low diacritics: πρόνεως Capitals: ΠΡΟΝΕΩΣ
Transliteration A: próneōs Transliteration B: proneōs Transliteration C: proneos Beta Code: pro/news

English (LSJ)

προνήϊος, v. πρόναος.

Greek (Liddell-Scott)

πρόνεως: προνήιος, ἴδε πρόναος.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(αττ. τ.) βλ. πρόναος (II).

Greek Monotonic

πρόνεως: Αττ. και προνήϊος, Ιων. αντί πρόναος.