ριζόφυτος

From LSJ

Δαρείου καὶ Παρυσάτιδος γίγνονται παῖδες δύο → of Darius and Parysatis there are born two children

Source

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που φυτρώνει από τη ρίζα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + -φυτος (< φυτός < φύομαι), πρβλ.ελαιό-φυτος].