χλωρότομος

From LSJ

Ψυχῆς γὰρ οὐδέν ἐστι τιμιώτερον → Nil reperiri carius vita potest → Kein Gut ist als das Leben wertvoller

Menander, Monostichoi, 552
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χλωρότομος Medium diacritics: χλωρότομος Low diacritics: χλωρότομος Capitals: ΧΛΩΡΟΤΟΜΟΣ
Transliteration A: chlōrótomos Transliteration B: chlōrotomos Transliteration C: chlorotomos Beta Code: xlwro/tomos

English (LSJ)

χλωρότομον, freshly cut, δάφνα Aristonous 1.10.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που μόλις έχει κοπεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χλωρ(ο)- + -τόμος (< τόμος < τέμνω), πρβλ. νεότομος].