χονδρόκολλα

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source

Greek Monolingual

η, Ν
ζωική κόλλα που αποτελείται από συστατικά του χόνδρινου ιστού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χόνδρος + κόλλα.