ἰτητέον

From LSJ

Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salusBane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus

Menander, Monostichoi, 85
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰτητέον Medium diacritics: ἰτητέον Low diacritics: ιτητέον Capitals: ΙΤΗΤΕΟΝ
Transliteration A: itētéon Transliteration B: itēteon Transliteration C: ititeon Beta Code: i)thte/on

English (LSJ)

= ἰτέον, Ar.Nu.131, Diph.31.

German (Pape)

[Seite 1274] = ἰτέον, man muß gehen, Ar. Nubb. 131 Diphil. B. A. 100.

Russian (Dvoretsky)

ἰτητέον: (ῐ) Arph. = ἰτέον.

Greek (Liddell-Scott)

ἰτητέον: ἰτέον, Ἀριστοφ. Νεφ. 131, Δίφιλ. ἐν Α. Β. 100, 12. ἰτητικός, ή, όν, = ἰταμός, ἰτητικώτατον ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, παρατολμότατος εἶναι ὁ θυμὸς πρὸς τοὺς κινδύνους, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 8, 10.

Greek Monotonic

ἰτητέον: = ἰτέον, σε Αριστοφ.