το1. η αψιθιά2. οινοπνευματώδες ποτό που παρασκευάζεται από φύλλα αψιθιάς.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. < γαλλ. absinthe < λατ. absinthium < αρχ. αψίνθιον, υποκορ. του άψινθος].