απέλλα

Revision as of 06:56, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (5)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ἀπέλλα, η (Α)
«εκκλησία του δήμου», συνέλευση του λαού στη Σπάρτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. (σε πληθ. αριθμό απέλλαι) μαρτυρείται στις λακωνικές επιγραφές του 1ου π.Χ. αιώνα, αλλά η ακριβής σημασία της στο πολιτικό λεξιλόγιο των Λακώνων δεν μας είναι γνωστή. Ο τ. προέρχεται μάλλον από n (συνεσταλμένη βαθμίδα του εν) -pel - και συνδέεται με το λατ. pello «ωθώ, εξωθώ, χτυπώ»].