πάρθεσαν

Revision as of 07:27, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3b)

French (Bailly abrégé)

3ᵉ pl. ao.2 act épq. de παρατίθημι.

English (Autenrieth)

see παρατίθημι.

Greek Monotonic

πάρθεσαν: Επικ. αντί παρέθεσαν, γʹ πληθ. αορ. βʹ του παρατίθημι.

Russian (Dvoretsky)

πάρθεσαν: эп. 3 л. pl. aor. 2 к παρατίθημι.