διαλογή
English (LSJ)
ἡ, (διαλέγω)
A estimate, enumeration, τῶν ψήφων Arist.Pol. 1268b17; ἡ δ. τῶν ἕξεων καθ' ἕκαστα τὰ πάθη Id.EE1222b5. 2 = διάλογος or διάλεξις, Ps.-Hdt.Vit.Hom.36. 3 account, BGU584.4, 578.4 (ii A.D.). 4 οἱ ἐπὶ τῆς δ. or πρὸς τῇ δ., officials in charge of checking and transmission of documents to the archives, POxy. 34vii 3(ii A.D.), PLips.10ii33 (iii A.D.).
German (Pape)
[Seite 587] ἡ, 1) Auswahl, Arist. Polit. 2, 8. – 2) Bei Sp. = διάλογος.
Greek (Liddell-Scott)
διαλογή: ἡ, (διαλέγω) ἀκριβής ἐξαρίθμησις, διαχωρισμός καὶ ἀρίθμησις, τῶν ψήφων Ἀριστ. Πολ. 2. 8, 15· ἡ δ. τῶν ἕξεων καθ᾽ ἕκαστον τὸ πάθος ὁ αὐτ. Ἠθ. Ε. 2. 5, 8. 2) διάλογος ἢ διάλεξις, Βίος Ὁμ. 36.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
I cálculo, recuento τῶν ψήφων Arist.Pol.1268b17
•enumeración τῶν ἕξεων καθ' ἕκαστα τὰ πάθη Arist.EE 1222b5.
II 1conversación ἡδυνθείη αὐτῷ ἡ δ. μου LXX Ps.103.34, cf. Ps.Hdt.Vit.Hom.36, Mac.Aeg.Serm.B 6.4.3
•discusión εἰς διαλογὰς λέξεων παρεκτρέψαντες τὸν νοῦν Epiph.Const.Haer.76.9.7.
2 meditación, reflexión ἡ διδασκαλία καὶ ἡ δ. Epiph.Const.Haer.48.3.8, cf. 77.18.1, LXX Psalm.Salom.4 (tít.).
III admin. inspección, supervisión, control, comprobación previa de documentos remitidos a diversas instancias admin. antes de proceder a su tramitación ἐπὶ τῆς διαλογῆς τῶν ἐντεύξεων en el momento del examen de las peticiones, PAmh.33.23 (II a.C.), cf. POxy.2349.17 (I d.C.), PBerl.Leihg.10.7 (II d.C.)
•esp. remitidos a la oficina del ἀρχιδικαστής de Alejandría οἱ καλούμενοι ἐπὶ τῆς διαλογῆς τῶν κατὰ καιρὸν ἀρχιδικαστῶν [γρα] μματεῖς POxy.34.2.4 (II d.C.), οἱ πρὸς τῇ διαλογῇ τῆς πόλεως PLips.10.2.33, PMich.614.8 (ambos III d.C.), cf. POxy.1200.4 (III d.C.) en BL 1.333, κατὰ τόνδε τελειωμένον καὶ ἀναπεπεμμένον ἐπὶ τοὺς τόπους ἐκ τοῦ καταλογείου ἀπὸ διαλογῆς χρηματισμόν POxy.2349.4 (I d.C.), cf. BGU 1573.1 (II d.C.), χρηματισμῶν δύο ἀπὸ διαλογῆς παρακομισθέντων POxy.3131.4 (III d.C.), cf. PFam.Teb.29.39 (II d.C.), ἧς (τῆς συγχωρήσεως) τὸν ἀναπεμφθέντα πρὸς ἡμᾶς ἀπὸ διαλογῆς χρηματισμ[ὸν] ἐπιδίδωμι ὑμεῖν σὺν ἴσοις ἀντιγράφοις PHarris 75.22 (III d.C.?), cf. BGU 578.4, PLips.122.3 (ambos II d.C.), BGU 614.4 en BL 1.56, POxy.1268.13 en BL 1.333, SB 9878.22 (todos III d.C.)
•fuera de Egipto clasificación ὁ πρὸς τῇ διαλογῇ τῶν ἐν τῇ χρεοφυλακίᾳ βυβλίων el encargado de la clasificación de los registros en el archivo, Test.Salaminia 90 (II a.C.?).
Greek Monolingual
η (Α διαλογή) διαλέγω
επιλογή, διάλεγμα, ξεχώρισμα, ξεδιάλεγμα
νεοελλ.
σκέψη, στόχαση
αρχ.
1. απαρίθμηση
2. συνδιάλεξη.
Russian (Dvoretsky)
διαλογή: ἡ1) подсчет (τῶν ψήφων Arst.);
2) перечень (τῶν ἕξεων Arst.).
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
διαλογή -ῆς, ἡ [διαλέγω] telling.