ἀρκάνη
Greek (Liddell-Scott)
ἀρκάνη: ἡ, «τὸ ῥάμμα, ᾧ τὸν στήμονα ἐγκαταπλέκουσιν αἱ διαζόμεναι» Ἡσύχ.· ἴδε Schneid Ind. Script. R. R. σ. 375 (πρβλ. ἄρκυς).
Spanish (DGE)
-ης, ἡ en el telar enjullo Hsch.
Frisk Etymological English
Grammatical information: f.
Meaning: τὸ ῥάμμα ᾦ τὸν στήμονα ἐγκαταπλέκουσι διαζόμεναι H.
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]
Etymology: Has been connected with ἄρκυς (s. v.; doubtful) with the suffix seen in δρεπάνη, καπάνη, θηγάνη etc.; Chantr. Form.198f. Prob. a loanword; from the substr.?