ἡ, (ὥρα) A daybreak, Thphr.Sign.21.42.
[Seite 85] ἡ (ὥρα), Tagesanbruch, Theophr.
ἀκρωρία: ἡ, (ὥρα) ἡ χαραυγή, Θεοφρ. περὶ σημ. ὑδάτ. 3. 5.
-ας, ἡ alba Thphr.Sign.21, 42.
ἀκρωρία, η (Α)η χαραυγή.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρ(ο) (Ι) + ὥρα].