ἀριστώδιν

Revision as of 15:30, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

[ᾰ], ῑνος, ὁ, ἡ,    A bearing the best children, Ἀθῆναι APl.4.221 (Theaet.).

German (Pape)

[Seite 353] ινος, die trefflichsten gebärend, Ἀθῆναι Theaet. Schol. 4 (Plan. 221); Nonn. D. 5, 258. 9, 148.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστώδῑν: ῑνος, ὁ, ἡ, ὁ γεννῶν τὰ ἄριστα τέκνα, Ἀνθ. Πλαν. 221.

French (Bailly abrégé)

ινος (ἡ) :
qui enfante de nobles fils.
Étymologie: ἄριστος, ὠδίς.

Spanish (DGE)

(ἀριστώδῑν) -ῑνος

• Prosodia: [ᾰ-]
adj. fem. que pare los mejores hijos Ἀθῆναι AP 16.221 (Theaet.), ἄνασσα (Eudocia) AP 1.10.9, γυνή Nonn.D.18.124, Rea, Nonn.D.9.148
fig. que produce los mejores frutos τέχνη Paul.Sil.Soph.199, μῆτις ἀ. ... βασιλῆος Paul.Sil.Soph.281.

Greek Monolingual

ἀριστώδιν (-ινος), η (Α)
αυτή που γεννά άριστα παιδιά (αποδίδεται στην πόλη των Αθηνών και στη δεξιοτεχνία του καλλιτέχνη).
[ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + ωδίς, -ίνος (η) «οι πόνοι του τοκετού»].

Greek Monotonic

ἀριστώδῑν: -ῖνος, ὁ, ἡ, αυτός που γεννά τα άριστα τέκνα, σε Ανθ.

Middle Liddell

bearing the best children, Anth.