aor. 2 inf. with no pres. in use, A echo, resound, ἐπέβραχε Q.S.5.498, 8.408; in tmesi, A.R.4.642, Orph.A.995.
ἐπιβρᾰχεῖν: ἀπαρ. ἀορ. β΄ ἄνευ ἐνεστ. ἐν χρήσει, ἠχεῖν, ἀντηχεῖν, ἐπέβραχε Κόϊντ. Σμ. 5. 498., 8. 408· ἐν τμήσει, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 642.