Μάης

Revision as of 21:35, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")

Greek Monolingual

ο
1. ο μήνας Μάιος
2. (ως προσηγορικό) στεφάνι που κατασκευάζεται από άνθη και κρεμιέται πάνω από την πόρτα του σπιτιού κατά την πρωτομαγιά
3. κοινή ονομασία του φυτού Statice sinuata
4. φρ. α) «τον κόκκινο Μάη» — ουδέποτε
β) «πιάνω τον Μάη» — πηγαίνω στην εξοχή για τον εορτασμό της πρωτομαγιάς
5. παροιμ. «στον καταραμένο τόπο τον Μάη μήνα βρέχει» — οι βροχές του Μαΐου κάνουν ζημιά στη γεωργία και στην αμπελουργία.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Μάιος < λατ. Majus, προσωνυμία του Διός (Majus Juppiter)].