συνδέχομαι
English (LSJ)
A receive as a guest, POxy.1162.8 (iv A.D.).
Greek Monolingual
Α δέχομαι
υποδέχομαι ή περιποιούμαι κάποιον ως ξένο.
Greek Monolingual
Α δέχομαι
υποδέχομαι ή περιποιούμαι κάποιον ως ξένο.
A receive as a guest, POxy.1162.8 (iv A.D.).
Α δέχομαι
υποδέχομαι ή περιποιούμαι κάποιον ως ξένο.
Α δέχομαι
υποδέχομαι ή περιποιούμαι κάποιον ως ξένο.