δημοκρατία
English (LSJ)
(Dor. δᾱμο- SIG360.14 (Chersonesus)), ἡ,
A democracy, popular government, Hdt.6.43, Antipho 6.45, etc.; ἐν δ. D.18.132; δ. καταλυθείσης And.1.95, cf. Th.6.89, Arist.Pol.1279b18, al. II personified, Paus.1.3.2; θυσία τῇ Δ. IG2.741.67; ἄγαλμα τῆς Δ. SIG694.31 (Elaea).