χειρόμαντις

Revision as of 20:15, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

εως, ὁ, diviner by palmistry, fortune-teller, Poll.2.152.

German (Pape)

[Seite 1346] ὁ, ἡ, aus der Hand und den Linien derselben weissagend, Poll. 2, 152.

Greek (Liddell-Scott)

χειρόμαντις: ὁ, ὁ μαντευόμενος, προλέγων τὰ μέλλοντα διὰ τῆς ἐξετάσεως τῶν τομῶν ἢ γραμμῶν τῆς παλάμης τῆς χειρός, Πολυδ. Β΄, 152. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.

Greek Monolingual

-άντεως, ο, ΝΑ, θηλ. χειρομάντις, -ιδος, Ν
(λόγιος τ.) ο χειρομάντης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο)- + μάντις.