μυολόγος

Revision as of 04:45, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

ὁ, = μυοθήρας, Gloss.

Greek Monolingual

ο (Α μυολόγος)
μυοθήρας
νεοελλ.
επιστήμονας που ασχολείται με τη μελέτη της υφής, της δομής και της λειτουργίας του μυϊκού συστήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το μυολόγος < μῦς, μυός «ποντικός» + -λόγος].