προδιασυνίστημι

Revision as of 12:32, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

narrate before, Sch.Il.2.718.

German (Pape)

[Seite 715] (s. ἵστημι), vorher zusammenstellen, Schol. Il. 2, 35. 225.

Greek (Liddell-Scott)

προδιασυνίστημι: διασυνίστημι, διευθετῶ πρότερον, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Β. 225 (718).

Greek Monolingual

Α
αναπτύσσω με σαφήνεια, αφηγούμαι κάτι προηγουμένως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + διασυνίστημι «αναπτύσσω κάποιο θέμα με σαφήνεια»].