πεντηκοστύς

Revision as of 09:23, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_22)

English (LSJ)

ύος, ἡ,

   A body of fifty, as a division of the Spartan army, Th.5.68 ; κατὰ πεντηκοστῦς (acc. pl.) X.An. 3.4.22.

German (Pape)

[Seite 559] ύος, ἡ, die Zahl funfzig, bes. eine Abtheilung Soldaten, nach Thuc. 5, 68 der vierte Theil des λόχος; vgl. Xen. An. 3, 4, 22.

Greek (Liddell-Scott)

πεντηκοστύς: -ύος, ἡ, τὸ ἀφῃρ. τοῦ ἀριθμ. 50, ὁ ἀριθμὸς πεντήκοντα, μάλιστα ὡς διαίρεσις τοῦ Σπαρτιατικοῦ στρατεύματος, Θουκ. 5. 68· κατὰ πεντηκοστῦς (αἰτιατ. πληθ.) Ξεν. Ἀνάβ. 3. 4, 22· ἴδε λόχος.