διπλασμός
English (LSJ)
ὁ,
A = διπλασιασμός, Eust.1396.52, prob. l. in Plot.6.1.9.
Greek (Liddell-Scott)
διπλασμός: ὁ, (διπλάζω) = διπλασιασμός, Εὐστ. 1396. 52.
ὁ,
A = διπλασιασμός, Eust.1396.52, prob. l. in Plot.6.1.9.
διπλασμός: ὁ, (διπλάζω) = διπλασιασμός, Εὐστ. 1396. 52.