οἰστροδόνητος
English (LSJ)
ον, = foreg., Id.Supp.573(lyr.), Ar.Th.324 (lyr.):—also οἰστρό-δονος, ον, A.Supp.16(anap).
Greek (Liddell-Scott)
οἰστροδόνητος: ἴδε οἰστροδίνητος.
ον, = foreg., Id.Supp.573(lyr.), Ar.Th.324 (lyr.):—also οἰστρό-δονος, ον, A.Supp.16(anap).
οἰστροδόνητος: ἴδε οἰστροδίνητος.