A burn to ashes, Ion Trag.28.
[Seite 869] ganz zu Kohlen brennen, Ion frg. bei E. M. 392, 11.
ἐξανθρᾰκόω: μέλλ. -ώσω, καίω τι ἕως οὗ μεταβληθῇ εἰς ἄνθρακα, Ἐτυμ. Μ. 392. 11.