[Seite 73] ὁ, eine Pflanze mit wohlriechender Blume, dem basilicum ähnlich, Dioscor.
ἄκῐνος: ὁ, εἶδος βασιλικοῦ πυκνοφύλλου καὶ λίαν εὐώδους, Διοσκ. 3. 50.