ἀνταλλές

Revision as of 12:14, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_4)

English (LSJ)

ταύτης τῆς ἡμέρας, Hsch.; cf. ἀντακάς, ἀντακές.

Spanish (DGE)

ταύτης τῆς ἡμέρας Hsch.