συντάσσω

Revision as of 00:51, 9 February 2013 by Spiros (talk | contribs) (11)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

Att. συντάττω,

   A put in order together, esp. as a military term, draw up, put in array, Hdt.7.78, Th.8.28, X.HG4.8.28, etc.; σ. πεζοὺς αὐτοῖς (sc. τῷ ἱππικῷ) draw up the foot with the horse, ib. 7.5.24:—Pass., to be drawn up in order of battle, E.HF191, X.Cyr. 1.4.18, etc.; μάλιστα ξυντεταγμένοι παντὸς τοῦ στρατοῦ in the best order of all the army, Th.3.108; μεθ' ὅπλων συντεταγμένοι D.21.223; τισι or μετά τινων with others, X.HG1.2.15, Vect.2.3, cf. Cyr. 6.4.14, etc.:—Med., form in order of battle, ὁμόσε χωρῶμεν ξυνταξάμενοι Ar.Lys.452: Med. also trans., συνταξάμενος βαθεῖαν τὴν φάλαγγα having drawn up his phalanx in deep order, X.HG2.4.34.    b place under command of, τινὶ τάξιν Arr.An.4.24.10:— Pass., metaph., τὰ πάθη τῇ τοῦ λογισμοῦ ἡγεμονίᾳ Hierocl.in CA19p.461M.    c place in the same class, c. dat., Plot.6.1.25, Dam. Pr.1, al.    2 Pass., of single persons, to be collected, resolute, συντεταγμένος στρατηγός X.HG4.8.22; περὶ παίδων ἀγωγὴν ἄκρως σ. D.L.5.65; so of the mind, πρὶν ξυνταχθῆναι . . τὴν δόξαν before they have time to get their thoughts collected, Th.5.9 (ξυνταθῆναι is prob. cj.); ἡ ἐπὶ τοῦ συντετάχθαι . . φρόνησις οὖσα Amphis 33.4; ἔφοδος ἐνεργὸς καὶ σ. Plb.3.19.5.    II arrange, organize, τὸ σῶμα Pl.Grg. 504a; τὰ συσσίτια συντέταχεν ὁ νόμος Id.Lg.625c; ἐνιαυτούς τε καὶ ὥρας καὶ μῆνας Id.Phlb.30c; σύνοδον Plu.Ant.71: in bad sense, concoct, ψευδῆ κατηγορίαν Aeschin.2.183:—Pass., ψυχὴ συντεταγμένη σώματι organically united with, Pl.Lg.903d; ὀλιγαρχικῶς συντετ. Arist.Pol.1317a6; σημεῖον πολιτείας συντεταγμένης of an organized state, ib.1272b30; Τροιζήνιοι σ. εἰς τοὺς Ἀχαιούς joined the Achaean League, Plu.Arat.24; οἱ συντεταγμένοι the conspirators, X.HG3.3.7:—Med., arrange for oneself, i.e. make one's own plans of life, Hp. VM10: also, get matters organized or arranged, or simply ordain, settle, τὰ νόμιμα ἡμῖν συνετάξατο [ὁ νομοθέτης] Pl.Lg.626a, cf. 625e, 781b; τὴν περὶ τοὺς νέους ἐπιμέλειαν Lycurg.106; καταστήσαντες . . εἰς τὴν προγεγραμμένην κώμην Τεβτῦνειν οὗ ἐὰν Ἀρίστων συντάσσηται wherever A. may arrange to accept delivery, PSI10.1098.24 (i B.C.).    2 of taxation, assess, IG12.63.17; σύνταγμα συντάξας εἰς ἑκατὸν ταλάντων πρόσοδον Aeschin.3.95:—Pass., to be organized for paying contributions, ib.97, D.13.3,9; but τὸ συντεταγμένον the assessed sum, Arist.Pol.1330a7:—Med., agree to such assessment, D.27.7, cf. 28.8; τι εἰς τροφὴν συνταξάμενος ἐδίδου gave an allowance for food, Aeschin.1.102: cf. σύνταξις 11.3.    3 compose or compile a narrative or book, Plb.2.40.4, Plu.Brut.4:—Med., Pl.Phdr.263e, Plb.1.3.8, Gal.19.221: abs., write a book, Plb.9.2.2; οἱ τὰ Ῥωμαϊκὰ συνταξάμενοι D.H.4.7; σ. ὑπόθεσιν treat of . ., Id.Comp.4:—Pass., προοίμιον συντεταγμένον εἴς τι Pl.Lg.930e, cf. Aeschin.3.201.    4 c. inf., ordain, prescribe, order, δασμοὺς ἀποφέρειν τινάς X.Cyr.8.6.8, cf. Aeschin.2.22, PEnteux.27.13, 84.10,16 (iii B.C.), PCair.Zen.28.1, al. (iii B.C.), Plb.3.50.9, PStrassb.100.21 (ii B.C.): without inf., συντάξαντος ἡμῖν Ἀμύντου PCair.Zen.27.1 (iii B.C.); καθὼς συνέταξεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς v. l. for προσέταξεν in Ev.Matt.21.6.    b c. acc. rei, prescribe, of a physician, θεραπείαν Plu.Per.13, cf. D.S.1.70, Sor.1.60; also σ. τί πρῶτον οἰστέον Alex.186.3:—Pass., τοιαύτης ἐπιμελείας συνταχθείσης Sor.2.48: generally, to be prescribed or ordained, ταὐτὸν περὶ τὰς ἡδονὰς συντεταγμένον ἐν τοῖς νόμοις Pl.Lg.634b, cf. 817e; ταῦτα τῷ ναυάρχῳ συνετάχθη Epist. ap. D.18.78; ἄν τις πόλις μὴ ἀποστείλῃ τὴν δύναμιν τὴν συντεταγμένην IG42(1).68.95 (Epid., iv B.C.).    5 Gramm., combine in interpretation, τοῖς προειρημένοις συντάττουσι ταῦτα Gal.15.897, cf. 16.533 (Pass.); construct or construe a word, τὰ ἀρρενικὰ τοῖς θηλυκοῖς D.H.Amm.2.11, cf. A.D.Conj.218.10; τὴν ἐν πρόθεσιν μετὰ γενικῆς Greg.Cor. p.44S.:—Pass., A.D.Pron.69.15, D.L.7.64; συντάσσεται ἀπὸ γενικῆς εἰς αἰτιατικήν (e.g. ἀφαιρῶ σοῦ τόδε) Thom.Mag.p.33R.; cf. συντακτός, σύνταξις 1.4.   b Pass., to be added to, c. dat., A.D.Pron.38.1; of syllables, τὸ σκλα καὶ στρα συντετάξεται Id.Synt.313.16.    III Med., agree together, πάντα συνταξάμενοι καὶ οὐδὲν ἀπὸ ταὐτομάτου τούτων ἔπραττον D.24.27; συνταξάσθω πρὸς αὐτοὺς . . πόσον δεῖ ἔλαιον . . πωλεῖν PRev.Laws 47.13 (iii B.C.); σ. πρὸς ἀλλήλους Plb.3.67.1: c. inf., συνετάττετο κοινῇ πρεσβεύειν D.19.13:—Pass., κατὰ τὸ συντεταγμένον in accordance with what had been arranged, Plb.3.42.9, 3.43.6; πραξάντων τὸ συνταχθέν Id.8.28.10; κελεῖσαι προελθόντα στῆναι πρὸ τῆς πόλεως ἐπὶ τὸν συνταχθέντα τάφον the pre-arranged tomb, Id.9.17.2; cf. σύνταξις 11.2.    IV Med., take leave of one, bid him farewell, τινι Charito 8.4, Men.Rh. p.430S., AP9.171 (Pall.); cf. ἀποτάσσω IV.