Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
κασκέτο
Greek Monolingual
το 1.κάλυμμα του κεφαλιού με γείσο που χρησιμοποιείται ιδίως από τους ναυτικούς 2. στρατιωτικό πηλήκιο 3. μαθητικό πηλήκιο 4.κάθε άκομψο καπέλο. [ΕΤΥΜΟΛ.< ιταλ. casc-etto].