το
χημ. ονομασία της μονοσθενούς ρίζας -G≡N η οποία απαντά τόσο στον τομέα της ανόργανης όσο και στον τομέα της ενόργανης χημείας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cyano (< κύανος). Η λ., στον λόγιο τ. κυάνιον, μαρτυρείται από το 1880 στον Γεώργιο Α. Κρίνο].